Πριν 17 χρόνια πρωτοκράτησα στα χέρια μου την κόρη μου. ήταν το πρώτο μωρό που πραγματικά έπιασα στα χέρια μου. Και δεν ήξερα τι να το (πρωτο)κάνω…
Γεμάτη πανικό, αγωνία, άγχος, απελπισία. Για πρώτη φορά στη ζωή μου αισθανόμουν ολοκληρωτικά ανεπαρκής. Σταδιακά ο πανικός μου καταλάγιασε. Έμαθα τα βασικά: να την θηλάζω, να την αλλάζω, να την πλένω, να την κοιμίζω, να την ταίζω.
Και όταν αυτός ο πανικός καταλάγιασε, άρχισα να την προσέχω και να την γνωρίζω. Να προσπαθώ να κάνω σχέση μαζί της. Να δω πως θα την αγαπήσω καλύτερα. Πως θα την αγαπήσω πραγματικά. με την καρδιά και όχι με το μυαλό.
Σταδιακά η καθημερινότητα μου οργανώθηκε γύρω από την δική της. Οι προτεραιότητες μου υφάνθηκαν, γύρω από τις δικές της. Όσο απασχολημένη και να ήμουν, πάντα προσπαθούσα να αφουγκραστώ την ενέργεια της. Τις ανάγκες της. Τον τρόπο που με ήθελε και με χρειαζόταν.
Και κάποιες φορές ήμουν απόλυτα εναρμονισμένη με αυτό που ήταν και ήθελε. Και κάποιες φορές ήμουν τραγικά «παράφωνη».
καθημερινά όμως η ζωή μου γινόταν πιο πλούσια από τα μικρά και τα μεγάλα ορόσημα της.
Και σε όλο αυτό το ταξίδι, το τέλος του σχολείου ήταν μία μακρινή τελεία. Η αρχή της ενήλικης της ζωής της, ένα άλλο βιβλίο, που ακόμη δεν είχε τίτλο.
Σήμερα η κόρη μου έκλεισε τα 17. και άρχισε να περπατά την τελική ευθεία για την χρονολογική ενηλικίωση.
Τέλος εποχής. Για εκεινην κατ’ αρχάς. Για το σχολείο και την καθημερινότητα που έχει συνηθίσει. Με την χαρά και την απόλαυση και την θλίψη και την «τσαντίλα» και τον θυμό και τον εκνευρισμό και τον φόβο και το άγχος. Αρχή εποχής. Μια διαφορετική καθημερινότητα. Με μία γέφυρα προσαρμογής ανάμεσα. Που χρειάζεται να την περπατήσει με όποιον τρόπο μπορεί και για όσο χρόνο χρειάζεται.
Τέλος εποχής και για μένα: όπου ότι είχα να μάθω, να πρσφέρω, να διδαχθώ από αυτό το υπέροχο πλάσμα απλά τελειώνει. Και έχω να περπατήσω την γέφυρα, της ολοκλήρωσης σαν μητέρα ολικής απασχόλησης. Χρειάζεται να αποφασίσω βαθιά μέσα στην ψυχή μου, ότι εμπιστεύομαι τον κόσμο να την καλοδεχθεί. Χρειάζεται να αποφασίσω βαθιά μέσα μου, ότι πλέον σε κάθε εμπειρία της, δεν είμαι υπεύθυνη και ότι δεν θα κάνω ατελείωτους εσωτερικούς διαλόγους, για το αν έχω δράσει ή αντιδράσει σωστά. Χρειάζεται να δω τον εαυτό μου ξανά ολόκληρο (και όχι σε σχέση με εκείνην). Χρειάζεται τέλος να νοιώσω ότι και για τις δύο μας η σχέση μας γίνεται ακόμη πιο ισότιμη και ελεύθερη.
Χρειάζεται να χαμογελάσω ευτυχισμένα, την ώρα που θα αρχίσει να περπατά τα δικά της μονοπάτια με τον δικό της τρόπο. Και να ξέρει ότι από εκείνη τη στιγμή θα είμαι ένα λιμάνι ή ένας φάρος ή μία αγκαλιά, αλλά η απόφαση θα είναι πάντα δική της.
Η τρίτη λυκείου που την περιμένει, είναι για πολλούς γονείς η χρονιά των εξετάσεων. Για μένα είναι η χρονιά που και το παιδί και ο γονέας χρειάζεται να προετοιμαστούν για να διασχίσουν τις γέφυρες για μία διαφορετική καθημερινότητα. Και για τους δύο. Μία καθημερινότητα, που και οι δύο νοιώθουν την ελευθερία να είναι μαζί, χωρίς να εξαρτώνται.
και τελικά:
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε σαν γονείς ότι ανοίγοντας την πόρτα, εμπιστευόμαστε το παιδί μας, τη δύναμη, το ένστικτο του, τις δυνατότητες του, την καρδιά και το μυαλό του.
Γιατί αν δεν το εμπιστευόμαστε; τότε είναι ώρα να αναρωτηθούμε το γιατί; και τι χρειάζεται να κάνουμε σε αυτόν τον χρόνο, για να προσφέρουμε αυτή την εμπιστοσύνη από καρδιάς στο παιδί μας.
όχι για τις εξετάσεις του πανεπιστημίου. Αλλά για το ταξίδι της ζωής.